Στην Κύπρο κυριάρχησε τις τελευταίες δεκαετίες η εντύπωση πως λόγω του μεγέθους μας δεν είμαστε, ούτε θα είμαστε ποτέ, σε θέση να αναπτύξουμε άλλους τομείς της οικονομίας, όπως είναι η βαριά βιομηχανία. Ιδιαίτερα την τελευταία 15ετία ακούσαμε φράσεις κλισέ ακόμα και ανάμεσα στην επιχειρηματική κοινότητα του τόπου, όπως «είμαστε μικρή χώρα δεν έχουμε βιομηχανία», «είμαστε οικονομία υπηρεσιών οπότε εκεί επικεντρωνόμαστε», «είμαστε χρηματοοικονομικό κέντρο». Αυτές οι φράσεις δημιούργησαν την εντύπωση πως χωρίς τον τομέα των υπηρεσιών θα επέλθει το χάος. Η κρίση δεν άργησε να επέλθει ωστόσο κάποιες εταιρείες κατάφεραν όχι μόνο να επιβιώσουν αλλά και να προχωρήσουν δυναμικά στους τομείς που εξειδικεύονται.
Μία οικονομία για να στηρίζεται σε γερά θεμέλια θα πρέπει να έχει και έναν ισχυρό εξαγωγικό τομέα, ο οποίος θα εμπνέει σιγουριά και αυτοπεποίθηση. Θα πρέπει επίσης να συνδυάζει ένα όραμα βιώσιμης ανάπτυξης στη βάση των νέων προκλήσεων που προκύπτουν τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και παγκόσμιο επίπεδο.
Το τρίπτυχο τεχνολογία, όραμα και βιώσιμη ανάπτυξη, χαρακτηρίζει και τη μεγαλύτερη βιομηχανική μονάδα που έχει σήμερα η χώρα μας. Και δεν είναι άλλη από τα Τσιμεντοποιία Βασιλικού τα οποία εδώ και έξι δεκαετίες αποτελούν μία από τις ελάχιστες ναυαρχίδες του κυπριακού εξαγωγικού τομέα.
Το ιστορικό
Η εταιρεία ιδρύθηκε τον Δεκέμβρη του 1963 και το 1967 έγινε η πρώτη παραγωγή 150.000 τόνων τσιμέντο. Ενδεικτικό της αναπτυξιακής πορείας της εταιρείας είναι ότι σήμερα η συνολική παραγωγή ανέρχεται περίπου στα 2 εκατομμύρια τόνους τσιμέντο. Μεταξύ 1963 και 1984 έγιναν τέσσερις μονάδες παραγωγής, ενώ το 1984 κτίστηκε το λιμάνι Βασιλικού το οποίο βοηθά σε εξαγωγές προϊόντων για τις ανάγκες της εταιρείας αλλά και για τις εισαγωγές της. Σήμερα στο λιμάνι ελλιμενίζονται πέραν των 300 πλοίων τον χρόνο, και λειτουργεί τόσο για τις ανάγκες της εταιρείας όσο και για δραστηριότητες εκτός της εταιρείας με τη λήψη φυσικά και των ανάλογων αδειών από τις κρατικές υπηρεσίες και τμήματα. Ένας αριθμός περίπου 200 πλοίων αφορούν δραστηριότητες των Τσιμεντοποιίων Βασιλικού ενώ τα υπόλοιπα αφορούν εξωτερικές δραστηριότητες.
Επιπλέον, να σημειώσουμε πως από το 2008 μέχρι και το 2021 επενδύθηκαν 280 εκατ. ευρώ, ενώ γίνονται κάθε χρόνο επενδύσεις περίπου 10 εκατομμυρίων ευρώ με σκοπό την αναβάθμιση των εγκαταστάσεων και τη συντήρηση μηχανημάτων. Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός πως από τα 280 εκατ. ευρώ συνολικών επενδύσεων τα 80 εκατ. ευρώ δόθηκαν για εργασίες σε κυπριακές εταιρείες.
Η πράσινη μετάβαση
Τα Τσιμεντοποιία Βασιλικού δεν σταμάτησαν όμως εδώ. Η διεύθυνση βλέποντας τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της διεθνούς αγοράς, αποφάσισε να επενδύσει σημαντικά και στην κυκλική οικονομία. Έτσι, από το 2020 δημιούργησε το δικό της φωτοβολταϊκό πάρκο συνολικής παραγωγής ενέργειας 8 MWh, ποσό που αντιστοιχεί στο 9% των ενεργειακών της αναγκών. Η ανάγκη εισαγωγής της κυκλικής οικονομίας στη διαδικασία παραγωγής προήλθε αφενός γιατί η διεύθυνση της εταιρείας κατάλαβε πως το υψηλό κόστος ενέργειας που πληρώνει στην ΑΗΚ είναι δυσβάστακτο και αφετέρου λόγω της ανάγκης προσαρμογής στην πράσινη μετάβαση όπως επιτάσσουν σήμερα οι κανόνες της ΕΕ. Ενδεικτικά, κάθε μήνα η εταιρεία πληρώνει 6 εκατ. ευρώ σε ηλεκτρικό ρεύμα στην ΑΗΚ. Είναι ουσιαστικά ο μεγαλύτερος πελάτης της ΑΗΚ, ο οποίος χρησιμοποιεί το 3% της παγκύπριας κατανάλωσης ενέργειας.
Όπως εξηγεί ο γενικός διευθυντής της Energo (θυγατρική των Τσιμεντοποιίων Βασιλικού), Γιώργος Αμερικάνος, με την επένδυση στα εναλλακτικά καύσιμα μειώθηκαν σημαντικά οι εκπομπές ρύπων διοξειδίου του άνθρακα (CO2) και επομένως το κόστος ενέργειας. Σήμερα η παραγόμενη ενέργεια της εταιρείας από εναλλακτικά καύσιμα ανέρχεται στο 37%.
Διαχείριση και επεξεργασία αποβλήτων
Τον Οκτώβριο του 2020 τέθηκε σε πλήρη λειτουργία η εταιρεία Energo. Η εταιρεία είναι συνδεδεμένη με τα Τσιμεντοποιία Βασιλικού και ο κυριότερος ρόλος της είναι η συλλογή και μεταφορά αποβλήτων, η διαχείριση και επεξεργασία εναλλακτικών καυσίμων αλλά και η εμπορία αποβλήτων. Το 50% ανήκει στα Τσιμεντοποιία Βασιλικού και το υπόλοιπο 50% στην Hellenic Tzilalis ενώ οι εγκαταστάσεις της καλύπτουν 80.000 τ.μ.
Πηγή: politis.com.cy